Υπέρταση

Τι είναι η υπέρταση;

Η υπέρταση είναι η επίμονη αύξηση της αρτηριακής πίεσης πάνω από συγκεκριμένα επίπεδα. Αυτά ορίζονται ως 140 mmHg για την συστολική (μεγάλη) και ως 85 mmHg για την διαστολική (μικρή).Προσβάλλει εκατομμύρια άτομα σε ολόκληρο τον κόσμο και απαιτεί σωστή διάγνωση και αντιμετώπιση διότι βλάπτει τον οργανισμό με πολλούς τρόπους.

 

Αίτια της υπέρτασης

Κατά το 90% η υπέρταση δεν έχει κάποιο παθολογικό αίτιο στο οποίο να οφείλεται. (ιδιοπαθής). Το υπόλοιπο 10%(δευτεροπαθής) οφείλεται σε παθήσεις των νεφρών (στένωση της νεφρικής αρτηρίας κ.α.) , βλάβες των επινεφριδίων , επιπλοκές κύησης, άπνοια ύπνου, φάρμακα, ανεπάρκεια αορτής, νόσος του θυρεοειδούς, θεραπεία με κορτικοειδή, κ.λ.π..

 

Ταξινόμηση

Η υπέρταση ανάλογα με τις τιμές της συστολικής και της διαστολικής πίεσης διακρίνεται σε:

  • Φυσιολογική < 120/80
  • Προυπέρταση 120-139 / 80-89
  • Υπέρταση 1ου σταδίου 140-159/90-99
  • Υπέρταση 2ου σταδίου > 160/ >100

Η διάγνωση της υπέρτασης γίνεται όταν ύστερα από διαδοχικές μετρήσεις, διαπιστώνονται η άνοδος και η παραμονή των τιμών της πίεσης πάνω από τα φυσιολογικά όρια. Γι' αυτό αν μία μεμονωμένη μέτρηση δείξει ότι η πίεση είναι ανεβασμένη, αυτό δεν σημαίνει ότι ο ασθενής πάσχει από υπέρταση.

 

Συμπτώματα

Τις περισσότερες φορές η υπέρταση δεν έχει συμπτώματα και ανευρίσκεται σε τυχαία μέτρησή της. Πολλές φορές παρατηρούνται πονοκέφαλοι, εξάψεις, αίσθημα κόπωσης ,ζάλη, δύσπνοια και άλλα τα οποία όμως δεν αποδίδονται απ' ευθείας στην υπέρταση. Αποτελούν όμως προδιαθεσικούς παράγοντες για την εμφάνιση της, η αρτηριοσκλήρυνση και γενικότερα η βλάβη των αγγείων, (στεφανιαία νόσος, τα εγκεφαλικά επεισόδια, η διαλείπουσα χωλότης), οι βλάβες των οφθαλμών και των νεφρών (νεφρική ανεπάρκεια).Ο κίνδυνος για καρδιαγγειακά επεισόδια δεν εξαρτάται μόνο από την αυξημένη αρτηριακή πίεση αλλά και από την συνύπαρξη άλλων παραγόντων κινδύνου, όπως η υπερλιπιδαιμία,ο διαβήτης, το κάπνισμα ,η υπερτροφία της αριστεράς κοιλίας, η παχυσαρκία, κ.λ.π..

 

Αντιμετώπιση

Η υπέρταση πρέπει να αντιμετωπιστεί διότι διαφορετικά θα προξενήσει πολλαπλές βλάβες στο οργανισμό (όργανα στόχοι). Σε πρώτο στάδιο ο ασθενής θα πρέπει να αλλάξει τον τρόπο διαβίωσης και διατροφής. Επίσης πρέπει να ασκείται ( αεροβική γυμναστική), να χάσει βάρος (ΒΜΙ 18,5-30) και να περιορίσει την κατανάλωση αλατιού ή του αλκοόλ. Εάν αυτά τα μέτρα δεν αποδώσουν τότε πρέπει να ληφθούν φαρμακευτικές ουσίες που πρέπει να χορηγεί πάντα ο θεράπων ιατρός. Αυτές περιλαμβάνουν τα διουρητικά θειαζιδικά, τους αναστολείς του μετατρεπτικού ενζύμου της αγγειοτενσίνης, τους ανταγωνιστές των υποδοχέων της αγγειοτενσίνης, ανταγωνιστές των α-υποδοχέων, ανταγωνιστές των β-υποδοχέων, ανταγωνιστές των διαύλων ασβεστίου, ανταγωνιστές της αλδοστερόνης και τελευταία οι ανταγωνιστές της ρενίνης. Η κρίση του θεράποντος ιατρού είναι αυτή που θα καθορίσει την θεραπεία του εκάστοτε ασθενούς πέρα από τις όποιες γενικές κατευθυντήριες οδηγίες υπάρχουν για την αντιμετώπισή της.

 

Θεοδόσης Μπακαρής
Ειδικός Παθολόγος